αγριόσκουπα

αγριόσκουπα
η
σκούπα από άγριους θάμνους.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • θυμαριά — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ., 313 κάτ.) στην πρώην επαρχία Σουφλίου του νομού Έβρου. Βρίσκεται στο ανατολικό άκρο του νομού, 42 χλμ. ΒΑ της Αλεξανδρούπολης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τυχερού. Παλαιότερα ονομαζόταν… …   Dictionary of Greek

  • θυμαριά — η 1. θυμάρι. 2. αγριόσκουπα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”